Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κλοιός
κλοῖστρον
κλονέω
κλόνησις
Κλονίος
κλόνις
κλονοειδῶς
κλονόεις
κλονοκάρδιος
κλόνος
κλονώδης
κλοπά
κλοπαῖος
κλοπεία
κλοπεῖον
κλοπεύς
κλοπεύω
κλοπή
κλοπικός
κλόπιμος
κλόπιος
View word page
κλονώδης
agitated

ShortDef

agitated

Debugging

Headword:
κλονώδης
Headword (normalized):
κλονώδης
Headword (normalized/stripped):
κλονωδης
IDX:
48972
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-48973
Key:

Data

{'content': 'agitated'}