Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κλινουργός
κλινοχαρής
κλιντήρ
κλίνω
κλισία
κλισιάδες
κλισιάζω
κλισίη
κλισίηθεν
κλισίηνδε
κλισίον
κλίσιον
κλίσις
κλισμός
κλιτέον
κλιτικός
κλίτος
Κλοέντιος
κλοιόπους
κλοιός
κλοῖστρον
View word page
κλισίον
[shed > κλεισίον]
ShortDef
[shed > κλεισίον]
Debugging
Headword:
κλισίον
Headword (normalized):
κλισίον
Headword (normalized/stripped):
κλισιον
IDX:
48953
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-48954
Key:
Data
{'content': '[shed > κλεισίον]'}