Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κλινήρης
κλινίδιον
κλινικός
κλινίς
κλινοκαθέδριον
κλινοκοσμέω
κλινόκοσμοι
κλινοπάλη
κλινοπετής
κλινοπηγία
κλινοπήγιον
κλινοπόδιον
κλινοποιική
κλινοποιός
κλινόπους
κλινοπώλιον
κλινοστρόφιον
κλινότροχος
κλινουργός
κλινοχαρής
κλιντήρ
View word page
κλινοπήγιον
place where beds are made
ShortDef
place where beds are made
Debugging
Headword:
κλινοπήγιον
Headword (normalized):
κλινοπήγιον
Headword (normalized/stripped):
κλινοπηγιον
IDX:
48935
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-48936
Key:
Data
{'content': 'place where beds are made'}