Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κλινάριον
κλινάρχης
κλίνειος
κλίνη
κλινήρης
κλινίδιον
κλινικός
κλινίς
κλινοκαθέδριον
κλινοκοσμέω
κλινόκοσμοι
κλινοπάλη
κλινοπετής
κλινοπηγία
κλινοπήγιον
κλινοπόδιον
κλινοποιική
κλινοποιός
κλινόπους
κλινοπώλιον
κλινοστρόφιον
View word page
κλινόκοσμοι
officials who arranged

ShortDef

officials who arranged

Debugging

Headword:
κλινόκοσμοι
Headword (normalized):
κλινόκοσμοι
Headword (normalized/stripped):
κλινοκοσμοι
IDX:
48931
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-48932
Key:

Data

{'content': 'officials who arranged'}