Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κλιμακόεις
κλιμακοφόρος
κλιμακτήρ
κλιμακτηρίζω
κλιμακτηρικός
κλιμακώδης
κλιμακωτός
κλῖμαξ
κλιματάρχης
κλιματικός
κλινάριον
κλινάρχης
κλίνειος
κλίνη
κλινήρης
κλινίδιον
κλινικός
κλινίς
κλινοκαθέδριον
κλινοκοσμέω
κλινόκοσμοι
View word page
κλινάριον
bedsteads
ShortDef
bedsteads
Debugging
Headword:
κλινάριον
Headword (normalized):
κλινάριον
Headword (normalized/stripped):
κλιναριον
IDX:
48921
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-48922
Key:
Data
{'content': 'bedsteads'}