Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κληδονίζω
κληδόνιος
κληδόνισμα
κληδονισμός
κληδών
κλῄζω
κλῄζω2
κλήθρα
κλήθρη
κλήθρινος
κληΐς
κληΐσκω
κληϊστός
κληίω
κλῆμα
κληματίζω
κληματικός
κλημάτινος
κληματίς
κληματῖτις
κληματόδεσις
View word page
κληΐς
bolt, bar (LSJ κλείς)

ShortDef

bolt, bar (LSJ κλείς)

Debugging

Headword:
κληΐς
Headword (normalized):
κληΐς
Headword (normalized/stripped):
κληις
IDX:
48854
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-48855
Key:

Data

{'content': 'bolt, bar (LSJ κλείς)'}