Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κλειθροποιός
κλεινία
Κλεινίας
Κλεινίειος
κλεινός
κλείς
Κλεισθένης
κλεισία
κλεισιάδες
Κλεισιδίκη
κλεισίον
κλεῖσμα
κλεισμός
κλεισούρα
κλειστός
Κλειτόμαχος
κλειτοριάζω
κλειτορίς
κλεῖτος
Κλεῖτος
κλειτός
View word page
κλεισίον
outhouse, shed
ShortDef
outhouse, shed
Debugging
Headword:
κλεισίον
Headword (normalized):
κλεισίον
Headword (normalized/stripped):
κλεισιον
IDX:
48785
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-48786
Key:
Data
{'content': 'outhouse, shed'}