Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κλαυθμονή
κλαυθμός
κλαυθμυρίζω
κλαυθμυρισμός
κλαυθμώδης
κλαυθμών
κλαῦμα
κλαυσιάω
κλαυσίγελως
κλαυσίμαχος
κλαύσιμος
κλαῦσις
κλαυστήρ
κλαυστικός
κλαυστός
κλάω
κλάω2
Κλέανδρος
Κλεάνθης
Κλεάνωρ
Κλέαρχος
View word page
κλαύσιμος
plaintive

ShortDef

plaintive

Debugging

Headword:
κλαύσιμος
Headword (normalized):
κλαύσιμος
Headword (normalized/stripped):
κλαυσιμος
IDX:
48747
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-48748
Key:

Data

{'content': 'plaintive'}