Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κλαδαρός
κλαδάσσομαι
κλαδάω
κλαδεία
Κλάδεος
κλαδεύματα
κλαδευτέον
κλαδευτήριον
κλαδευτής
κλαδηφορέω
κλαδηφόρος
κλάδινος
κλαδοειδής
κλάδος
κλαδοτομέω
κλαδώδης
Κλαζομεναί
Κλαζομένιος
κλάζω
κλάιθρον
κλαίς
View word page
κλαδηφόρος
bearing young branches

ShortDef

bearing young branches

Debugging

Headword:
κλαδηφόρος
Headword (normalized):
κλαδηφόρος
Headword (normalized/stripped):
κλαδηφορος
IDX:
48700
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-48701
Key:

Data

{'content': 'bearing young branches'}