Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κλαγγαίνω
κλαγγάνω
κλαγγή
κλαγγηδόν
κλαγγώδης
κλαγερός
κλαδαρόρυγχος
κλαδαρός
κλαδάσσομαι
κλαδάω
κλαδεία
Κλάδεος
κλαδεύματα
κλαδευτέον
κλαδευτήριον
κλαδευτής
κλαδηφορέω
κλαδηφόρος
κλάδινος
κλαδοειδής
κλάδος
View word page
κλαδεία
pruning

ShortDef

pruning

Debugging

Headword:
κλαδεία
Headword (normalized):
κλαδεία
Headword (normalized/stripped):
κλαδεια
IDX:
48693
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-48694
Key:

Data

{'content': 'pruning'}