Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κισσαβίζω
κίσσαρος
κισσάω
κισσεοχαίτης
Κισσεύς
κισσεύς
Κισσηΐς
κισσηρεφής
κισσήρης
Κισσῆς
κισσητός
κίσσινον
κίσσινος
Κίσσιος
κισσόβρυος
κισσοδέτας
κισσοειδής
κισσοκόμης
κισσοκόρυμβος
κισσόπλεκτος
κισσοποίητος
View word page
κισσητός
longed for

ShortDef

longed for

Debugging

Headword:
κισσητός
Headword (normalized):
κισσητός
Headword (normalized/stripped):
κισσητος
IDX:
48618
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-48619
Key:

Data

{'content': 'longed for'}