Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κισηρίζω
κίσηρις
κισηροειδής
κισηρόομαι
Κισθήνη
κίσθος
κίσιρνις
κίσσα
κισσαβίζω
κίσσαρος
κισσάω
κισσεοχαίτης
Κισσεύς
κισσεύς
Κισσηΐς
κισσηρεφής
κισσήρης
Κισσῆς
κισσητός
κίσσινον
κίσσινος
View word page
κισσάω
to crave for strange food
ShortDef
to crave for strange food
Debugging
Headword:
κισσάω
Headword (normalized):
κισσάω
Headword (normalized/stripped):
κισσαω
IDX:
48610
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-48611
Key:
Data
{'content': 'to crave for strange food'}