Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κιρρίς
κιρροειδής
κιρροκοιλάδια
κιρρός
κιρρώδης
κιρσοειδής
κιρσοκήλη
κιρσός
κιρσοτομέω
κιρσοτομία
κιρσουλκέω
κιρσουλκία
κιρσουλκός
κιρσόω
κίρσωσις
Κίρτα
κίς
κισηρίζω
κίσηρις
κισηροειδής
κισηρόομαι
View word page
κιρσουλκέω
to be operated on for varicocele
ShortDef
to be operated on for varicocele
Debugging
Headword:
κιρσουλκέω
Headword (normalized):
κιρσουλκέω
Headword (normalized/stripped):
κιρσουλκεω
IDX:
48593
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-48594
Key:
Data
{'content': 'to be operated on for varicocele'}