Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κινέω
κινηθμός
κίνημα
Κινησίας
κινησίπολος
κίνησις
κινησιφόρος
κινησίφυλλος
κινησίχθων
κινητέος
κινητήριος
κινητής
κινητικός
κινητός
κίνητρον
κίννα
κιννάβαρι
κινναβαρίζω
κινναβάρινος
κινναβάριον
κίνναμον
View word page
κινητήριος
ladle
ShortDef
ladle
Debugging
Headword:
κινητήριος
Headword (normalized):
κινητήριος
Headword (normalized/stripped):
κινητηριος
IDX:
48526
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-48527
Key:
Data
{'content': 'ladle'}