Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κινδυνώδης
κινέω
κινηθμός
κίνημα
Κινησίας
κινησίπολος
κίνησις
κινησιφόρος
κινησίφυλλος
κινησίχθων
κινητέος
κινητήριος
κινητής
κινητικός
κινητός
κίνητρον
κίννα
κιννάβαρι
κινναβαρίζω
κινναβάρινος
κινναβάριον
View word page
κινητέος
to be moved
ShortDef
to be moved
Debugging
Headword:
κινητέος
Headword (normalized):
κινητέος
Headword (normalized/stripped):
κινητεος
IDX:
48525
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-48526
Key:
Data
{'content': 'to be moved'}