Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Κιμώλιος
Κίμωλος
Κίμων
Κιμώνιος
κινάβευμα
κινάβρα
κιναβράω
κίναδος
κιναθίζειν
κινάθισμα
κιναιδεία
κιναιδεύομαι
κιναιδία
κιναιδίζω
κιναίδισμα
κιναιδογράφος
κιναιδολογέω
κιναιδολογία
κιναιδολόγος
κίναιδος
κιναιδώδης
View word page
κιναιδεία
unnatural lust
ShortDef
unnatural lust
Debugging
Headword:
κιναιδεία
Headword (normalized):
κιναιδεία
Headword (normalized/stripped):
κιναιδεια
IDX:
48492
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-48493
Key:
Data
{'content': 'unnatural lust'}