Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κητώεις
Κῆϋξ
κήϋος
Κηφεύς
κηφήν
κηφήνιον
κηφηνώδης
Κηφισίς
Κηφισόδοτος
Κηφισός
Κηφισοφῶν
κῆχος
κηώδης
κιβδηλεία
κιβδήλευμα
κιβδηλεύω
κιβδηλία
κιβδηλιάω
κίβδηλος
κίβδος
κίβισις
View word page
Κηφισοφῶν
Cephisophon

ShortDef

Cephisophon

Debugging

Headword:
Κηφισοφῶν
Headword (normalized):
κηφισοφῶν
Headword (normalized/stripped):
κηφισοφων
IDX:
48388
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-48389
Key:

Data

{'content': 'Cephisophon'}