Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κηροπώλης
κηρός
κηροτακίς
κηροτέχνης
κηροτρόφος
κηρότροφος
κηρουλκός
κηρόφιν
κηροφορέω
κηροφόρον
κηροχίτων
κηρόχρως
κηροχυτέω
κηρόχυτος
κηρόω
κήρυγμα
κηρύκαινα
κηρυκεία
κηρύκειον
κηρύκειος
κηρύκευμα
View word page
κηροχίτων
clad in wax
ShortDef
clad in wax
Debugging
Headword:
κηροχίτων
Headword (normalized):
κηροχίτων
Headword (normalized/stripped):
κηροχιτων
IDX:
48330
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-48331
Key:
Data
{'content': 'clad in wax'}