Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κηρῖτις
κηριτρεφής
κηριώδης
κηρίωμα
κηρίων
κηρογονία
κηρογραφέω
κηρογραφία
κηροδέτης
κηρόδετος
κηροδομέω
κηροειδής
κηρόθεν
κηρόθι
κηρόκλυστος
κηρομάρμαρος
κηρόμελι
κηρόν
κηροπαγής
κηρόπισσος
κηροπλαστέω
View word page
κηροδομέω
build with wax
ShortDef
build with wax
Debugging
Headword:
κηροδομέω
Headword (normalized):
κηροδομέω
Headword (normalized/stripped):
κηροδομεω
IDX:
48306
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-48307
Key:
Data
{'content': 'build with wax'}