Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κηριοκλέπτης
κηριολάριον
κηρίολος
κηρίον
κηριόομαι
κηριοποιός
κηρῖτις
κηριτρεφής
κηριώδης
κηρίωμα
κηρίων
κηρογονία
κηρογραφέω
κηρογραφία
κηροδέτης
κηρόδετος
κηροδομέω
κηροειδής
κηρόθεν
κηρόθι
κηρόκλυστος
View word page
κηρίων
wax light, waxen torch

ShortDef

wax light, waxen torch

Debugging

Headword:
κηρίων
Headword (normalized):
κηρίων
Headword (normalized/stripped):
κηριων
IDX:
48300
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-48301
Key:

Data

{'content': 'wax light, waxen torch'}