Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κηρίνη
κήρινθος
Κήρινθος
κήρινος
κηριοελκός
κηριοκλέπτης
κηριολάριον
κηρίολος
κηρίον
κηριόομαι
κηριοποιός
κηρῖτις
κηριτρεφής
κηριώδης
κηρίωμα
κηρίων
κηρογονία
κηρογραφέω
κηρογραφία
κηροδέτης
κηρόδετος
View word page
κηριοποιός
making honeycombs

ShortDef

making honeycombs

Debugging

Headword:
κηριοποιός
Headword (normalized):
κηριοποιός
Headword (normalized/stripped):
κηριοποιος
IDX:
48295
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-48296
Key:

Data

{'content': 'making honeycombs'}