Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κηποποιΐα
κῆπος
κηποτάφιον
κηποτύραννος
κηπουργία
κηπουργικός
κηπουρέω
κηπουριακός
κηπουρικός
κηπουρός
κήρ
Κήρ
κῆρ
κήρα
κηραίνω
κηραίνω2
κηραμύντης
κηραφίς
κηραχάτης
κηρέλαιον
κηρεμβροχή
View word page
κήρ
doom, death, fate (LSJ Κήρ)

ShortDef

doom, death, fate (LSJ Κήρ)
the goddess of death, death

Debugging

Headword:
κήρ
Headword (normalized):
κήρ
Headword (normalized/stripped):
κηρ
IDX:
48268
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-48269
Key:

Data

{'content': 'doom, death, fate (LSJ Κήρ)'}