Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀμπυκτήρ
ἀμπυκτήριον
ἄμπυξ
ἀμπώλημα
ἀμπωτίζω
ἄμπωτις
ἀμύαλος
ἀμυγδαλέα
ἀμυγδάλη
ἀμυγδάλινος
ἀμυγδάλιος
ἀμυγδαλοειδής
ἀμυγδαλόεις
ἀμυγδαλοκατάκτης
ἀμύγδαλον
ἀμύγδαλος
ἀμυγδαλώδης
ἄμυγμα
ἀμυδίς
ἄμυδις
ἀμυδρός
View word page
ἀμυγδάλιος
almond-shaped
ShortDef
almond-shaped
Debugging
Headword:
ἀμυγδάλιος
Headword (normalized):
ἀμυγδάλιος
Headword (normalized/stripped):
αμυγδαλιος
IDX:
4821
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4822
Key:
Data
{'content': 'almond-shaped'}