Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κηδεμών
κήδεος
κηδεστής
κηδεστία
κηδεστικός
κηδέστρια
κήδευμα
κηδεύω
κήδιστος
κηδομένως
κῆδος
κηδοσύνη
κηδόσυνος
κήδω
κηθάριον
κηθίς
κηκάζω
κηκάς
κηκασμός
κηκίβαλος
κηκίδιον
View word page
κῆδος
care for

ShortDef

care for

Debugging

Headword:
κῆδος
Headword (normalized):
κῆδος
Headword (normalized/stripped):
κηδος
IDX:
48192
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-48193
Key:

Data

{'content': 'care for'}