Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κέχλαδα
κεχρημένος
κεχυμένως
κεχωρισμένως
Κέως
κϛʹ
κῆβος
Κηγδαδάτας
κηδεακός
κηδεία
κήδειος
κηδεμονεύς
κηδεμονεύω
κηδεμονία
κηδεμονικός
κηδεμών
κήδεος
κηδεστής
κηδεστία
κηδεστικός
κηδέστρια
View word page
κήδειος
cared for, dear, beloved

ShortDef

cared for, dear, beloved

Debugging

Headword:
κήδειος
Headword (normalized):
κήδειος
Headword (normalized/stripped):
κηδειος
IDX:
48177
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-48178
Key:

Data

{'content': 'cared for, dear, beloved'}