Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κεχαλασμένως
κεχαρισμένως
Κεχηναῖοι
κεχηνότως
κεχηνώδης
κεχιασμένως
κέχλαδα
κεχρημένος
κεχυμένως
κεχωρισμένως
Κέως
κϛʹ
κῆβος
Κηγδαδάτας
κηδεακός
κηδεία
κήδειος
κηδεμονεύς
κηδεμονεύω
κηδεμονία
κηδεμονικός
View word page
Κέως
Ceos

ShortDef

Ceos

Debugging

Headword:
Κέως
Headword (normalized):
κέως
Headword (normalized/stripped):
κεως
IDX:
48171
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-48172
Key:

Data

{'content': 'Ceos'}