Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Ἀμπρακία
Ἀμπρακιώτης
ἀμπρευτής
ἀμπρεύω
ἀμπρόν
ἀμπυκάζω
Ἀμπυκίδης
ἀμπυκτήρ
ἀμπυκτήριον
ἄμπυξ
ἀμπώλημα
ἀμπωτίζω
ἄμπωτις
ἀμύαλος
ἀμυγδαλέα
ἀμυγδάλη
ἀμυγδάλινος
ἀμυγδάλιος
ἀμυγδαλοειδής
ἀμυγδαλόεις
ἀμυγδαλοκατάκτης
View word page
ἀμπώλημα
indemnification
ShortDef
indemnification
Debugging
Headword:
ἀμπώλημα
Headword (normalized):
ἀμπώλημα
Headword (normalized/stripped):
αμπωλημα
IDX:
4814
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4815
Key:
Data
{'content': 'indemnification'}