Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀμποτάομαι
ἄμποτε
ἄμποχος
Ἀμπρακία
Ἀμπρακιώτης
ἀμπρευτής
ἀμπρεύω
ἀμπρόν
ἀμπυκάζω
Ἀμπυκίδης
ἀμπυκτήρ
ἀμπυκτήριον
ἄμπυξ
ἀμπώλημα
ἀμπωτίζω
ἄμπωτις
ἀμύαλος
ἀμυγδαλέα
ἀμυγδάλη
ἀμυγδάλινος
ἀμυγδάλιος
View word page
ἀμπυκτήρ
a horse’s head-band

ShortDef

a horse’s head-band

Debugging

Headword:
ἀμπυκτήρ
Headword (normalized):
ἀμπυκτήρ
Headword (normalized/stripped):
αμπυκτηρ
IDX:
4811
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4812
Key:

Data

{'content': 'a horse’s head-band'}