Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Κέρκινα
κερκίς
κέρκισις
κερκιστική
κέρκιστρα
κερκῖτις
κερκίων
κερκοπίθηκος
κερκορῶνος
κέρκος
κερκουρίτης
κέρκουρος
κερκοφόρος
Κέρκυρα
Κερκυραῖος
Κερκύων
κερκώπη
κερκωπία
κερκωπίζω
κέρκωσις
κέρκωψ
View word page
κερκουρίτης
sailor belonging to a κέρκουρος
ShortDef
sailor belonging to a κέρκουρος
Debugging
Headword:
κερκουρίτης
Headword (normalized):
κερκουρίτης
Headword (normalized/stripped):
κερκουριτης
IDX:
48030
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-48031
Key:
Data
{'content': 'sailor belonging to a κέρκουρος'}