Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀμπλακεῖν
ἀμπλάκημα
ἀμπλακία
ἀμπλάκιον
ἀμπλακιῶτις
ἀμπνέω
ἀμπνοά
ἄμπνυτο
ἀμπολέω
ἀμποτάομαι
ἄμποτε
ἄμποχος
Ἀμπρακία
Ἀμπρακιώτης
ἀμπρευτής
ἀμπρεύω
ἀμπρόν
ἀμπυκάζω
Ἀμπυκίδης
ἀμπυκτήρ
ἀμπυκτήριον
View word page
ἄμποτε
o that!

ShortDef

o that!

Debugging

Headword:
ἄμποτε
Headword (normalized):
ἄμποτε
Headword (normalized/stripped):
αμποτε
IDX:
4802
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4803
Key:

Data

{'content': 'o that!'}