Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κεραυνοβολέω
κεραυνοβολία
κεραυνοβόλιον
κεραυνοβόλος
κεραυνόβολος
κεραυνοβρόντης
κεραυνοκλόνος
κεραυνομάχης
κεραυνοπλήξ
κεραυνόπλους
κεραυνοποιός
κεραυνός
κεραυνοσκοπεῖον
κεραυνοσκοπία
κεραυνοῦχος
κεραυνοφαής
κεραυνοφόρος
κεραυνόω
κεραύνωσις
κεράω
κεράω2
View word page
κεραυνοποιός
causing thunderbolts

ShortDef

causing thunderbolts

Debugging

Headword:
κεραυνοποιός
Headword (normalized):
κεραυνοποιός
Headword (normalized/stripped):
κεραυνοποιος
IDX:
47975
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47976
Key:

Data

{'content': 'causing thunderbolts'}