Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κερατοφυής
κερατόφωνος
κερατόω
κερατώδης
κερατών
κερατωνία
κερατῶπις
κεραύλης
κεραυλία
κεραύνειος
κεραυνίας
κεραύνιον
Κεραύνιος
κεραύνιος
κεραυνόβλητος
κεραυνοβολέω
κεραυνοβολία
κεραυνοβόλιον
κεραυνοβόλος
κεραυνόβολος
κεραυνοβρόντης
View word page
κεραυνίας
thunder-stricken

ShortDef

thunder-stricken

Debugging

Headword:
κεραυνίας
Headword (normalized):
κεραυνίας
Headword (normalized/stripped):
κεραυνιας
IDX:
47960
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47961
Key:

Data

{'content': 'thunder-stricken'}