Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κερατογλύφος
κερατοειδής
κερατοποιέω
κερατόπους
κερατοφάγος
κερατοφυέω
κερατοφυής
κερατόφωνος
κερατόω
κερατώδης
κερατών
κερατωνία
κερατῶπις
κεραύλης
κεραυλία
κεραύνειος
κεραυνίας
κεραύνιον
Κεραύνιος
κεραύνιος
κεραυνόβλητος
View word page
κερατών
made of horns
ShortDef
made of horns
Debugging
Headword:
κερατών
Headword (normalized):
κερατών
Headword (normalized/stripped):
κερατων
IDX:
47954
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47955
Key:
Data
{'content': 'made of horns'}