Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κεραμοπλαστικόν
κεραμοποιός
κεραμοπωλεῖον
κεραμοπωλέω
κεραμοπώλης
Κέραμος
κέραμος
κεραμοτήξ
κεραμόω
κεραμύλλιον
κεραμών
κεράμωσις
κεραμωτός
κεράννυμι
κεραννυτέον
κεραοξόος
κεραός
κεράρχης
κεράς
κέρας
κερασβόλος
View word page
κεραμών
store for pottery

ShortDef

store for pottery

Debugging

Headword:
κεραμών
Headword (normalized):
κεραμών
Headword (normalized/stripped):
κεραμων
IDX:
47910
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47911
Key:

Data

{'content': 'store for pottery'}