Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κεραμιδοπλάστης
κεραμιδόω
Κεραμικός
κεραμικός
κεράμινος
κεράμιον
κεραμίς
κεραμῖτις
κεραμοπλάστης
κεραμοπλαστικόν
κεραμοποιός
κεραμοπωλεῖον
κεραμοπωλέω
κεραμοπώλης
Κέραμος
κέραμος
κεραμοτήξ
κεραμόω
κεραμύλλιον
κεραμών
κεράμωσις
View word page
κεραμοποιός
potter

ShortDef

potter

Debugging

Headword:
κεραμοποιός
Headword (normalized):
κεραμοποιός
Headword (normalized/stripped):
κεραμοποιος
IDX:
47901
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47902
Key:

Data

{'content': 'potter'}