Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀμπελουργικός
ἀμπελουργός
ἀμπελοφάγος
ἀμπελοφόρος
ἀμπελοφύλαξ
ἀμπελόφυλλον
ἀμπελόφυτος
ἀμπελοφύτωρ
ἀμπελώδης
ἀμπελών
ἀμπέτιξ
ἀμπεχόνη
ἀμπέχω
ἀμπίπλημι
ἀμπίσχω
ἀμπλακεῖν
ἀμπλάκημα
ἀμπλακία
ἀμπλάκιον
ἀμπλακιῶτις
ἀμπνέω
View word page
ἀμπέτιξ
round
ShortDef
round
Debugging
Headword:
ἀμπέτιξ
Headword (normalized):
ἀμπέτιξ
Headword (normalized/stripped):
αμπετιξ
IDX:
4787
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4788
Key:
Data
{'content': 'round'}