Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κένωσις
κενωτέον
κενωτικός
κεπφαττελεβώδης
κέπφος
κεπφόω
κεραελκής
κεραία
κεραΐζω
κεραιοῦχος
κεραιοφόρος
κεραΐς
κεραϊσμός
κεραϊστής
κεραΐτης
κεραίω
κεράμβηλον
κεράμβυξ
κεραμεία
κεραμεικός
Κεραμεικός
View word page
κεραιοφόρος
furnished with projecting spears

ShortDef

furnished with projecting spears

Debugging

Headword:
κεραιοφόρος
Headword (normalized):
κεραιοφόρος
Headword (normalized/stripped):
κεραιοφορος
IDX:
47873
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47874
Key:

Data

{'content': 'furnished with projecting spears'}