Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κεντροτύπος
κεντροφόρος
κεντρόω
κεντρώδης
κέντρων
κεντρωνάριον
κεντρωνορράφος
κέντρωσις
κεντρωτός
κέντωρ
κένωμα
κενώσιμος
κένωσις
κενωτέον
κενωτικός
κεπφαττελεβώδης
κέπφος
κεπφόω
κεραελκής
κεραία
κεραΐζω
View word page
κένωμα
empty space, vacuum
ShortDef
empty space, vacuum
Debugging
Headword:
κένωμα
Headword (normalized):
κένωμα
Headword (normalized/stripped):
κενωμα
IDX:
47861
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47862
Key:
Data
{'content': 'empty space, vacuum'}