Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κεντορίων
κεντρήεις
κεντρηνεκής
κεντριάδαι
κεντρίζω
κεντρικός
κεντρίνης
κεντρίσκος
κεντρισμός
κεντριστέον
κεντρίτης
κεντροβαρικά
κεντροδήλητος
κεντροειδής
κεντροθεσία
κεντρομανής
κεντρομυρσίνη
κέντρον
κεντροποιός
κεντροτυπής
κεντροτύπος
View word page
κεντρίτης
prickly
ShortDef
prickly
Debugging
Headword:
κεντρίτης
Headword (normalized):
κεντρίτης
Headword (normalized/stripped):
κεντριτης
IDX:
47841
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47842
Key:
Data
{'content': 'prickly'}