Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κεντηναρία
κεντηνάριον
κεντηνάριος
κέντησις
κεντητήριον
κεντητής
κεντητικός
κεντητός
Κεντόριπα
κεντορίων
κεντρήεις
κεντρηνεκής
κεντριάδαι
κεντρίζω
κεντρικός
κεντρίνης
κεντρίσκος
κεντρισμός
κεντριστέον
κεντρίτης
κεντροβαρικά
View word page
κεντρήεις
sharp, prickly

ShortDef

sharp, prickly

Debugging

Headword:
κεντρήεις
Headword (normalized):
κεντρήεις
Headword (normalized/stripped):
κεντρηεις
IDX:
47832
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47833
Key:

Data

{'content': 'sharp, prickly'}