Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κεντέω
κέντημα
κεντηναρία
κεντηνάριον
κεντηνάριος
κέντησις
κεντητήριον
κεντητής
κεντητικός
κεντητός
Κεντόριπα
κεντορίων
κεντρήεις
κεντρηνεκής
κεντριάδαι
κεντρίζω
κεντρικός
κεντρίνης
κεντρίσκος
κεντρισμός
κεντριστέον
View word page
Κεντόριπα
Centoripa

ShortDef

Centoripa

Debugging

Headword:
Κεντόριπα
Headword (normalized):
κεντόριπα
Headword (normalized/stripped):
κεντοριπα
IDX:
47830
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47831
Key:

Data

{'content': 'Centoripa'}