Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Κενταυρίδης
Κενταυρικός
κενταυρίς
κενταυροκτόνος
κενταυρομαχία
κενταυροπληθής
Κένταυρος
Κενταυροφόνος
κεντέω
κέντημα
κεντηναρία
κεντηνάριον
κεντηνάριος
κέντησις
κεντητήριον
κεντητής
κεντητικός
κεντητός
Κεντόριπα
κεντορίων
κεντρήεις
View word page
κεντηναρία
office of such a value

ShortDef

office of such a value

Debugging

Headword:
κεντηναρία
Headword (normalized):
κεντηναρία
Headword (normalized/stripped):
κεντηναρια
IDX:
47822
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47823
Key:

Data

{'content': 'office of such a value'}