Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κενοταφέω
κενοτάφιον
κενότης
κενοφροσύνη
κενόφρων
κενοφωνέω
κενοφωνία
κενόω
κενταύρειον
Κενταύρειος
Κενταυρίδης
Κενταυρικός
κενταυρίς
κενταυροκτόνος
κενταυρομαχία
κενταυροπληθής
Κένταυρος
Κενταυροφόνος
κεντέω
κέντημα
κεντηναρία
View word page
Κενταυρίδης
sprung from Centaurs

ShortDef

sprung from Centaurs

Debugging

Headword:
Κενταυρίδης
Headword (normalized):
κενταυρίδης
Headword (normalized/stripped):
κενταυριδης
IDX:
47812
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47813
Key:

Data

{'content': 'sprung from Centaurs'}