Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀμπελομιξία
ἀμπελόπρασον
ἄμπελος
ἀμπελοστατέω
ἀμπελοτέμνω
ἀμπελοτόμον
ἀμπελοτρόφος
ἀμπελουργεῖον
ἀμπελουργέω
ἀμπελούργημα
ἀμπελουργία
ἀμπελουργικός
ἀμπελουργός
ἀμπελοφάγος
ἀμπελοφόρος
ἀμπελοφύλαξ
ἀμπελόφυλλον
ἀμπελόφυτος
ἀμπελοφύτωρ
ἀμπελώδης
ἀμπελών
View word page
ἀμπελουργία
vine-dressing

ShortDef

vine-dressing

Debugging

Headword:
ἀμπελουργία
Headword (normalized):
ἀμπελουργία
Headword (normalized/stripped):
αμπελουργια
IDX:
4776
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4777
Key:

Data

{'content': 'vine-dressing'}