Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κελλάριος
κελλίβας
κελλικάριος
κελλίον
κέλλω
κέλομαι
Κελτίβηρες
Κελτικός
Κελτιστί
Κελτολίγυες
Κελτός
Κελτοσκύθαι
κελυφανώδης
κελυφοκομῖον
κέλυφος
κέλωρ
κελώριον
κεμάδειον
κεμαδοσσόος
κεμάς
κεμέλει
View word page
Κελτός
Kelt, Celtic (Κελτοί LSJ)

ShortDef

Kelt, Celtic (Κελτοί LSJ)

Debugging

Headword:
Κελτός
Headword (normalized):
κελτός
Headword (normalized/stripped):
κελτος
IDX:
47752
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47753
Key:

Data

{'content': 'Kelt, Celtic (Κελτοί LSJ)'}