Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κελάρυξις
Κελεαί
κελέβη
κελεβρά
κελέοντες
Κελεός
κελεός
κελεύθειος
κελευθήτης
κελευθοποιός
κελευθοπόρος
κέλευθος
κέλευσις
κέλευσμα
κελευσματικῶς
κελευσμός
κελευσμοσύνη
κελευστέον
κελευστής
κελευστικός
κελευστός
View word page
κελευθοπόρος
a wayfarer

ShortDef

a wayfarer

Debugging

Headword:
κελευθοπόρος
Headword (normalized):
κελευθοπόρος
Headword (normalized/stripped):
κελευθοπορος
IDX:
47720
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47721
Key:

Data

{'content': 'a wayfarer'}