Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κελαινώψ
κελαρύζω
κελάρυξις
Κελεαί
κελέβη
κελεβρά
κελέοντες
Κελεός
κελεός
κελεύθειος
κελευθήτης
κελευθοποιός
κελευθοπόρος
κέλευθος
κέλευσις
κέλευσμα
κελευσματικῶς
κελευσμός
κελευσμοσύνη
κελευστέον
κελευστής
View word page
κελευθήτης
a wayfarer

ShortDef

a wayfarer

Debugging

Headword:
κελευθήτης
Headword (normalized):
κελευθήτης
Headword (normalized/stripped):
κελευθητης
IDX:
47718
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47719
Key:

Data

{'content': 'a wayfarer'}