Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κελαινώπας
κελαινῶπις
κελαινώψ
κελαρύζω
κελάρυξις
Κελεαί
κελέβη
κελεβρά
κελέοντες
Κελεός
κελεός
κελεύθειος
κελευθήτης
κελευθοποιός
κελευθοπόρος
κέλευθος
κέλευσις
κέλευσμα
κελευσματικῶς
κελευσμός
κελευσμοσύνη
View word page
κελεός
green woodpecker, Picus viridis

ShortDef

Celeus
green woodpecker, Picus viridis

Debugging

Headword:
κελεός
Headword (normalized):
κελεός
Headword (normalized/stripped):
κελεος
IDX:
47716
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47717
Key:

Data

{'content': 'green woodpecker, Picus viridis'}