Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀμπελεία
ἀμπέλειος
Ἀμπελίδας
ἀμπελικός
ἀμπέλινος
ἀμπέλιον
ἀμπελίς
ἀμπελιτικός
ἀμπελῖτις
ἀμπελίων
ἀμπελογενής
ἀμπελόδεσμος
ἀμπελόεις
ἀμπελόκλημα
ἀμπελομιξία
ἀμπελόπρασον
ἄμπελος
ἀμπελοστατέω
ἀμπελοτέμνω
ἀμπελοτόμον
ἀμπελοτρόφος
View word page
ἀμπελογενής
of vine kind

ShortDef

of vine kind

Debugging

Headword:
ἀμπελογενής
Headword (normalized):
ἀμπελογενής
Headword (normalized/stripped):
αμπελογενης
IDX:
4762
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4763
Key:

Data

{'content': 'of vine kind'}