Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
καχρυφόρος
καχρυώδης
καχύποπτος
καχυπότοπος
καψάριος
καψιδρώτιον
καψικός
κάψις
κβʹ
κγʹ
κδʹ
κεʹ
κεάζω
κεάνωνος
κέαρνον
Κέβης
κεβλήγονος
κεβλήπυρις
κέβλος
Κεβριόνης
κεγχραλέτης
View word page
κδʹ
24
ShortDef
24
Debugging
Headword:
κδʹ
Headword (normalized):
κδʹ
Headword (normalized/stripped):
κδʹ
IDX:
47591
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47592
Key:
Data
{'content': '24'}